νεανίδων

νεανίδων
νεᾱνίδων , νεᾶνις
girl
fem gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • χριστιανικός — ή, ό / χριστιανικός, ή, όν, ΝΜΑ [χριστιανός] αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή αρμόζει στους χριστιανούς ή στον χριστιανισμό (α. «χριστιανική θρησκεία» ο χριστιανισμός β. «χριστιανική ηθική» γ. «χριστιανική ἀγάπη», Θεοδώρ.) νεοελλ. φρ. α)… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… …   Dictionary of Greek

  • ακρωνύμια — τα Γλωσσ. λέξεις που σχηματίζονται από το αρχικό ή τα αρχικά γράμματα περιφραστικών ονομασιών ή τίτλων. Συνήθως τα ακρωνύμια δηλώνουν ονόματα κρατών, οργανισμών, εταιρειών, ενώσεων ή ιδρυμάτων συχνή είναι επίσης η χρήση τους στην πολιτική και την …   Dictionary of Greek

  • οδηγισμός — ο διεθνής προσκοπική οργάνωση νεανίδων. [ΕΤΥΜΟΛ. < οδηγός «νέα μέλος προσκοπικής οργάνωσης» + κατάλ. ισμός*] …   Dictionary of Greek

  • Άμμων — I Αιγυπτιακή θεότητα, το όνομα της οποίας σημαίνει ο κρυμμένος. Αρχικά ήταν ένας από τους οκτώ βασικούς θεούς που λάτρευε το ιερατείο της Ερμούπολης. Μετά τη μετατόπιση του κέντρου λατρείας του στις Θήβες, την εποχή της 11ης δυναστείας, και την… …   Dictionary of Greek

  • Γκατσιούδης, Κώστας — (Διδυμότειχο 1973 –). Αθλητής του ακοντισμού. Ο Γ. είναι ο σημαντικότερος Έλληνας αθλητής στην ιστορία του αγωνίσματος. Μεγάλωσε στο Διδυμότειχο και πριν κλείσει τα 18 του χρόνια είχε ήδη δείξει τις δυνατότητές του (πέμπτος στην παγκόσμια… …   Dictionary of Greek

  • Ερωφίλη — Θεατρικό έργο (τραγωδία) του Γεωργίου Χορτάτζη. Γράφτηκε περίπου το 1600, ενώ εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1637 με την επιμέλεια του Κύπριου Ματθαίου Κιγάλα. Αποτελείται από 3.067 στίχους και έχει 5 πράξεις, στις οποίες παρεμβάλλονται 4 μουσικά… …   Dictionary of Greek

  • Καλυβιανής, μονή — Γυναικείο μοναστήρι του νομού Ηρακλείου, το οποίο εξαρτάται από τη μητρόπολη Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως. Ιδρύθηκε το 1968. Στον περίβολο του μοναστηριού υπάρχει και η παλαιότερη εκκλησία, Παναγία η Καλυβιανή, η οποία έχει χτιστεί στα τέλη του 19ου …   Dictionary of Greek

  • Κύπρου, Ιερά Αρχιεπισκοπή — Αρχιεπισκοπή της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Κύπρου με έδρα τη Λευκωσία. Στη δικαιοδοσία της υπάγονται 110 ενοριακοί ναοί, στους οποίους υπηρετούν 205 κληρικοί. Ο αρχιεπίσκοπος φέρει τον τίτλο Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου. Πριν… …   Dictionary of Greek

  • Χριστιανική Αδελφότης Νέων — (XAN). Διεθνής οργάνωση που αποβλέπει στην ηθική διαπαιδαγώγηση των νέων, με βάση τις αρχές του Ευαγγελίου. Η δράση της καθορίζεται από καταστατικό που εγκρίθηκε το 1885 στο Παρίσι. Η XAN ιδρύθηκε στην Αγγλία το 1844 από τον Γ. Ουίλιαμς, με σκοπό …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”